Με την υπ' αριθμόν 3485/2020 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθήνας, κατόπιν αγωγής, που κατατέθηκε από το Γραφείο μας, κατά την εκδίκαση της οποίας παραστάθηκε για τον ενάγοντα Θ.Μ. ο δικηγόρος Αθηνών Σ.Ν.Τερεζάκης, κρίθηκε, ότι ήταν παράνομη η ανάρτηση φωτογραφίας του προσώπου και αριθμού κυκλοφορίας αυτοκινήτου, χωρίς τη συναίνεση του υποκειμένου, σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης, προκειμένου να καταγγελθεί μια φερόμενη αντικοινωνική ή παράνομη συμπεριφορά, αφού δεν έγινε για την πληροφόρηση των πολιτών αναφορικά με ένα θέμα γενικότερου ενδιαφέροντος, αλλά για την ανεπίτρεπτη ικανοποίηση της αδηφάγου περιέργειας του κοινού και τη δημόσια διαπόμπευση του ενάγοντα. Εκ του λόγου αυτού υποχρεώθηκε η εναγόμενη να καταβάλει χρηματική ικανοποίηση, ύψους 15.000 ευρώ για παραβίαση του ΓΚΠΔ και του Ν. 4624/2019, να άρει την προσβολή και να δημοσιεύσει τον αριθμό της δικαστικής απόφασης στο προφίλ, που διαθέτει, σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης, συσχετίζοντάς το με τη βλαπτική ανάρτηση.
"....Όφειλε, επομένως, η εναγόμενη να διασφαλίσει την τήρηση της ανωνυμίας του ενάγοντος αντί να επιτρέψει την παράθεση των στοιχείων της ατομικότητάς του, να αποφύγει την προβολή της εικόνας του και να αρκεστεί απλώς στην καταγραφή του επίδικου συμβάντος. Συνεπώς, λαμβάνοντας υπόψη τα συγκρουόμενα στη συγκεκριμένη περίπτωση έννομα αγαθά, η δημοσίευση των ως άνω απλών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα του ενάγοντος δεν ήταν αναγκαία για την ικανοποίηση του δικαιώματος που ισχυρίζεται ότι επεδίωκε η εναγόμενη, ως υπεύθυνη της επεξεργασίας των επίδικων προσωπικών δεδομένων, ήτοι της ενημέρωσης της κοινής γνώμης στο πλαίσιο του δικαιώματος της ελευθερίας έκφρασης και πληροφόρησης. Από το ίδιο το κείμενο με το οποίο συνόδευσε την επίδικη φωτογραφία αποδεικνύεται ότι η δημοσίευση των απλών προσωπικών δεδομένων του ενάγοντος δεν έγινε για την πληροφόρηση των πολιτών αναφορικά με ένα θέμα γενικού ενδιαφέροντος, όπως είναι εν προκειμένω ο σεβασμός στους χώρους στάθμευσης που προορίζονται για τα άτομα με αναπηρία, αλλά για την ανεπίτρεπτη ικανοποίηση της αδηφάγου περιέργειας του κοινού και τη δημόσια διαπόμπευση του ενάγοντος, αφού η ίδια προέτρεπε το κοινό στο οποίο απευθύνονταν «να τον μάθει (ενάγοντα) όλη η Αττική τουλάχιστον» μέσω της περαιτέρω κοινοποίησης της επίδικης ανάρτησής της, γεγονότα που καταδεικνύουν την απουσία αναγκαιότητας για την ικανοποίηση του συμφέροντος και δικαιώματος που επικαλείται ότι επεδίωκε η εναγόμενη. Υπό τα δεδομένα αυτά, η ως άνω ενέργεια της εναγόμενης αντίκειται στην αρχή της αναλογικότητας που διατρέχει την όλη δικαστική διαδικασία και αποτελεί θεμελιώδη κανόνα επίλυσης της σύγκρουσης και άρσης των αξιολογικών αντινομιών που προκύπτουν από τη συγκατοχύρωση «ανταγωνιστικών» ατομικών δικαιωμάτων. Συνεπώς, δεν αποδεικνύεται ότι υπήρχε ανάγκη δημοσιοποίησης των ως άνω προσωπικών δεδομένων του ενάγοντος, με την οποία θίχθηκε καίρια η ιδιωτική ζωή και η προσωπικότητά του, καθώς η επίδικη ανάρτηση τον έθεσε σε δημόσια ανυποληψία. Ως εκ τούτου και με δεδομένο ότι δεν συντρέχει εν προκειμένω η προβλεπόμενη από την ως άνω επικαλούμενη από την εναγόμενη διάταξη του άρθρ. 6 παρ. 1 στοιχ. στ' του Γενικού Κανονισμού Προσωπικών Δεδομένων και του άρθρ. 28 παρ. 2 στοιχ. γ' του ν. 4624/2019 που οδηγούν στην άρση του παρανόμου της δημοσίευσης αυτής, οι σχετικώς προβληθείσες από την εναγόμενη ενστάσεις, περί εννόμου συμφέροντος της, δικαιολογημένου ενδιαφέροντος αναλογικά εφαρμοζόμενου και περί πληροφόρησης της κοινής γνώμης, σχετικά με το ανωτέρω, μείζονος ενδιαφέροντος ζήτημα της προστασίας των δικαιωμάτων των ατόμων με αναπηρία αναφορικά με τις θέσεις στάθμευσης, πρέπει να απορριφθούν, ως κατ' ουσίαν αβάσιμες. Περαιτέρω, η ως άνω προσβολή οφείλεται σε υπαιτιότητα της εναγόμενης, η οποία, γνωρίζοντας ότι προβαίνει σε παράνομη επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων του ενάγοντος και παρά τη ρητή απαγόρευσή του για την καταγραφή της εικόνας του και την επιγενόμενη δημοσίευση αυτής, τον εξέθεσε στο ευρύ κοινό και στον οικογενειακό και κοινωνικό του περίγυρο ως δράστη…"