Ο νέος πτωχευτικός νόμος αφορά φυσικά πρόσωπα (που έχουν πλέον πτωχευτική ικανότητα), νομικά πρόσωπα, ατομικές επιχειρήσεις και εταιρείες κάθε νομικής μορφής και με τις διατάξεις του παρέχονται στους δανειολήπτες- οφειλέτες μεταξύ άλλων οι εναλλακτικές: είτε να ρυθμίσουν εξωδικαστικά όλες τις οφειλές τους (προς Δημόσιο, ασφαλιστικούς φορείς, ΟΤΑ, τράπεζες), είτε να πτωχεύσουν, οπότε επέρχεται απαλλαγή χρεών και επιστροφή στην κανονικότητα, μέσα σε ένα έτος, αν ο οφειλέτης απωλέσει την περιουσία του (κινητή και ακίνητη) ή μέσα σε τρία έτη, αν ο οφειλέτης δεν διαθέτει περιουσία.
Α. Γενική προσέγγιση Ν. 4738/2020
1. Ο νέος πτωχευτικός νόμος, 4738/2020 (Ρύθμιση οφειλών και παροχή δεύτερης ευκαιρίας) αντικαθιστά όλα τα επιμέρους, μέχρι σήμερα, εργαλεία ρύθμισης οφειλών (Νόμο Κατσέλη 3869/2010 για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά, Νόμο 4609/2019 Ηλεκτρονική Πλατφόρμα Προστασίας Κύριας Κατοικίας, Νόμο 4469/2017 Εξωδικαστικός Μηχανισμός Ρύθμισης Οφειλών για τους ελευθέρους επαγγελματίες και τον προισχύσαντα πτωχευτικό νόμο).
2. Ο νέος πτωχευτικός νόμος αφορά φυσικά πρόσωπα (που έχουν πλέον πτωχευτική ικανότητα), νομικά πρόσωπα, ατομικές επιχειρήσεις και εταιρείες κάθε νομικής μορφής και με τις διατάξεις του παρέχονται στους δανειολήπτες- οφειλέτες δύο εναλλακτικές:
είτε να ρυθμίσουν εξωδικαστικά όλες τις οφειλές τους (προς Δημόσιο, ασφαλιστικούς φορείς, ΟΤΑ, τράπεζες),
είτε να πτωχεύσουν, οπότε επέρχεται απαλλαγή χρεών και επιστροφή στην κανονικότητα, μέσα σε ένα έτος, αν ο οφειλέτης απωλέσει την περιουσία του (κινητή και ακίνητη) ή μέσα σε τρία έτη, αν ο οφειλέτης δεν διαθέτει περιουσία.
3. Η νομικοτεχνική διάρθρωση- Βιβλία του Ν. 4738/20, μεταξύ άλλων, είναι:
ΒΙΒΛΙΟ ΠΡΩΤΟ
Η Διαδικασία Πρόληψης Αφερεγγυότητας, που περιλαμβάνει:
α) εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών- σύμβαση αναδιάρθρωσης (άρθρα 5 – 30) και
β) προπτωχευτική διαδικασία εξυγίανσης (άρθρα 31- 74).
ΒΙΒΛΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
Η Πτώχευση, που περιλαμβάνει:
α) κήρυξη της πτώχευσης (άρθρα 75- 90),
β) συνέπειες της πτώχευσης (άρθρα 91- 127),
γ) όργανα της πτώχευσης (άρθρα 128- 151),
δ) εξέλεγξη των πιστώσεων (άρθρα 152- 156),
ε) εκκαθάριση της περιουσίας του οφειλέτη και διανομή προς πιστωτές (άρθρο 157- 171),
στ) πτωχεύσεις μικρού αντικειμένου (άρθρα 172- 188),
ζ) περάτωση της πτώχευσης (άρθρο 189- 191),
η) απαλλαγές (άρθρο 192- 196),
θ) ειδικές ποινικές και δικονομικές διατάξεις (άρθρα 197- 203)
ι) εξουσιοδοτικές- τελικές- μεταβατικές διατάξεις (άρθρα 204- 211).
ΒΙΒΛΙΟ ΤΡΙΤΟ
Ενίσχυση της αποτελεσματικότητας και ρήτρες παρακολούθησης- Ευάλωτοι Οφειλέτες, που περιλαμβάνει:
α) μέτρα ενίσχυσης της αποτελεσματικότητας (άρθρα 212-216),
β) ρυθμίσεις για ευάλωτους οφειλέτες (άρθρα 217- 224),
γ) εξουσιοδοτικές- τελικές- μεταβατικές διατάξεις (άρθρα 224- 226).
Β. Ειδικότερη προσέγγιση
α) Εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης οφειλών- σύμβαση αναδιάρθρωσης (άρθρα 5- 30)
Αφορά οφειλέτες (που έχουν το προφίλ του μέσου συνταξιούχου ή δημοσίου ή ιδιωτικού υπαλλήλου, συνήθως με ένα ακίνητο, ως κύρια κατοικία) με βιώσιμες οφειλές, που δεν επιθυμούν να απωλέσουν την ακίνητη περιουσία τους ή να πτωχεύσουν και με την διαδικασία του εξωδικαστικού μηχανισμού- συμβιβασμού με τους πιστωτές:
- είτε μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους,
- είτε μέσω της τραπεζικής διαμεσολάβησης,
παρέχεται στους συμμετέχοντες πιστωτές ένα λειτουργικό περιβάλλον διαμόρφωσης προτάσεων ρύθμισης των
οφειλών του οφειλέτη και αποφυγής του κινδύνου αφερεγγυότητάς του, κατόπιν αιτήσεως του οφειλέτη ή με δική τους πρωτοβουλία.
Οι χρηματοδοτικοί φορείς διατηρούν διακριτική ευχέρεια για την υποβολή πρότασης ρύθμισης οφειλών, χωρίς να έχουν υποχρέωση να υποβάλλουν προτάσεις σε όλες τις αιτήσεις. Αποτελέσματα, ως προς το σύνολο των συμμετεχόντων πιστωτών δηλαδή χρηματοδοτικούς φορείς, Δημόσιο και Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης παράγονται εφόσον η πλειοψηφία των συμμετεχόντων πιστωτών- χρηματοδοτικών φορέων αποδέχεται την αίτηση και συναινεί στην διατύπωση συγκεκριμένης πρότασης οφειλών (άρθρο 5).
Βασικότερα σημεία, επιγραμματικά:
1) Δεν έχουν δικαίωμα υποβολής αίτησης στον εξωδικαστικό μηχανισμό:
α) οφειλέτες που τουλάχιστον το 90% των συνολικών οφειλών τους είναι σε έναν πιστωτή ή το σύνολο των οφειλών τους δεν υπερβαίνει το ποσό των 10.000 € (πχ οφειλέτης με ένα στεγαστικό δάνειο δεν μπορεί να υποβάλει αίτηση στον εξωδικαστικό μηχανισμό, για αυτούς διέξοδος ρύθμισης είναι η διμερής διαπραγμάτευση με τον χρηματοδοτικό φορέα που καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος των απαιτήσεων) και
β) οφειλέτες που έχουν εξυπηρετούμενες ή ενήμερες οφειλές προς το σύνολο των πιστωτών τους και δεν επικαλούνται γεγονότα επιδείνωσης της οικονομικής τους κατάστασης, λόγω μείωσης εισοδημάτων ή αύξησης δαπανών, σε ποσοστό τουλάχιστον 20%.
2) Δίνεται η δυνατότητα αναδιάρθρωσης των οφειλών καθώς και η δυνατότητα «κουρέματος».
3) Η αίτηση κατατίθεται από τον οφειλέτη στην ηλεκτρονική πλατφόρμα της ΕΓΔΙΧ με το προβλεπόμενο στον νόμο περιεχόμενο και έγγραφα, ανάλογα με το αν ο αιτών είναι φυσικό ή νομικό πρόσωπο.
4) Αποτελέσματα της υποβολής της αίτησης: α) από την υποβολή της αίτησης και μέχρι την με οποιονδήποτε τρόπο περάτωση της διαδικασίας, δηλαδή εντός 2 μηνών, αναστέλλονται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί απαιτήσεων, κινητών και ακινήτων κατά του οφειλέτη καθώς και η ποινική δίωξη για τα αδικήματα του άρθρου 25 του Ν. 1882/90 και του άρθρου 1 του Ν. 86/1967 αναφορικά με τις οφειλές των οποίων ζητείται η ρύθμιση (άρθρα 16,18), β) αναστέλλεται η διαδικασία του Κώδικα Δεοντολογίας των Τραπεζών και δεν συνιστά σπουδαίο λόγο για την καταγγελία των διαρκών συμβάσεων.
5) Η Τράπεζα, το Δημόσιο και οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, μπορούν να κοινοποιήσουν επιστολή προς τον οφειλέτη να υποβάλει αίτηση στην πλατφόρμα, με προθεσμία έως 45 ημέρες. Η μη υποβολή αίτησης συνεπάγεται την περάτωση της διαδικασίας και αξιολογείται αρνητικά, σε περίπτωση μεταγενέστερης αίτησης από τον οφειλέτη.
6) Μετά την υποβολή της αίτησης οι συμμετέχοντες πιστωτές- χρηματοδοτικοί φορείς: α) μπορούν εντός του διμήνου να απορρίψουν την αίτηση του οφειλέτη και να μην καταθέσουν πρόταση ρύθμισης (άρθρο 16), β) δύνανται να καταθέσουν πρόταση ρύθμισης. Σε περίπτωση συναίνεσης του οφειλέτη, της πλειοψηφίας (ως προς την αξία των σχετικών απαιτήσεων) των συμμετεχόντων πιστωτών, που είναι χρηματοδοτικοί φορείς και των συμμετεχόντων πιστωτών με ειδικό προνόμιο, υπογράφεται η σύμβαση αναδιάρθρωσης (άρθρο 14).
7) Δικαίωμα για Διαμεσολάβηση: Ο οφειλέτης, έχει δυνατότητα εντός 10 ημερών από τη λήψη της πρότασης της Τράπεζας, να καταθέσει αίτημα υποβολής σε Διαμεσολάβηση. Το αίτημα πρέπει να γίνει δεκτό από την πλειοψηφία των χρηματοδοτικών φορέων (ως προς την αξία των σχετικών απαιτήσεων). Αν μετά την παρέλευση 30 ημερών από την υποβολή του αιτήματος δεν έχει υπογραφεί η συμφωνία αναδιάρθρωσης, τότε η διαδικασία θεωρείται λήξασα χωρίς τη δυνατότητα παράτασης ή ανανέωσης (άρθρο 15).
8) Σύμβαση Αναδιάρθρωσης: Πρέπει να υπογραφεί εντός προθεσμίας 2 μηνών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης (ανεξαρτήτως της ημερομηνίας υποβολής της πρότασης από τους χρηματοδοτικούς φορείς και ανεξαρτήτως του αν θα λάβει χώρα διαμεσολάβηση), άλλως η διαδικασία περατώνεται άμεσα, ως άκαρπη (άρθρο 16).
9) Η σύμβαση αναδιάρθρωσης μεταξύ οφειλέτη και χρηματοδοτικών φορέων κοινοποιείται στο Δημόσιο και τους ΦΚΑ και γίνεται αποδεκτή από αυτούς εφόσον ικανοποιούνται σωρευτικά οι προϋποθέσεις του άρθρου 21, παρ. 1, εδ. β) και εφόσον έχει γίνει χρήση του υπολογιστικού εργαλείου της πλατφόρμας του εξωδικαστικού. Προηγούμενες ρυθμίσεις του οφειλέτη προς το Δημόσιο και ΦΚΑ που αφορούν ρυθμίσεις για οφειλές που υπάγονται στη σύβαση αναδιάρθρωσης, αυτοδίκαια καταργούνται (άρθρο 25). Σχετικές διατάξεις για λοιπές συνέπειες σύμβασης αναδιάρθρωσης (ποινική δίωξη, διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης, αποδεικτικό φορολογικής ενημερότητας) σε σχέση με το Δημόσιο και ΦΚΑ (άρθρα 23, 24).
- Αριθμός δόσεων σύμβασης μέχρι 240. Μηνιαία δόση τουλάχιστον 50 € (άρθρο 22).
10) Καταγγελία σύμβασης αναδιάρθρωσης επέρχεται σε περίπτωση υπερημερίας οφειλέτη, ως προς τις καταβολές της σύμβασης, είτε συνολικού ποσού ίσο με την αξία 3 δόσεων, είτε την αξία τουλάχιστον του 3% του συνολικά οφειλόμενου ποσού στην επιτευχθείσα ρύθμιση. Τότε οποιοσδήποτε πιστωτής δύναται να καταγγείλει την σύμβαση αναδιάρθρωσης, που συνεπάγεται την απώλεια της ρύθμισης, ως προς τον πιστωτή αυτόν και την αναβίωση των απαιτήσεών του στο ύψος που είχαν πριν την σύμβαση αναδιάρθρωσης, αφαιρουμένων των όσων καταβλήθηκαν στα πλαίσια αυτής, καθιστώντας αυτές ληξιπρόθεσμες και απαιτητές (άρθρο 27).
11) Η απώλεια ρύθμισης, ως προς έναν πιστωτή δεν ασκεί επίδραση στην νομική θέση των υπολοίπων (άρθρο 27).
12) Προστασία κύριας κατοικίας δεν υφίσταται, με την νομικοτεχνική μορφή του Ν. 3869/10 (υπερχρεωμένα νοικοκυριά). Υφίσταται όμως με την μορφή επιδότησης καταβολής δόσεων και συγκεκριμένα στους οφειλέτες που πληρούν τα κριτήρια των παραγράφων 2,3,4,5 και 6 του άρθρου 28 και εφόσον έχουν ρυθμίσει ή δεν έχουν καθυστερήσει για διάστημα άνω των 90 ημερών τις οφειλές τους προς χρηματοδοτικούς φορείς, Δημόσιο και ΦΚΑ, παρέχεται επιδότηση αποπληρωμής των δανείων που εξασφαλίζονται με την κύρια κατοικία τους (ώστε να την διασώσουν), για 5 έτη από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης υπαγωγής στον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών, κατόπιν σχετικής αιτήσεως του άρθρου 8 και φυσικά πρέπει να έχει ήδη υπογραφεί η σύμβαση αναδιάρθρωσης. Συγκεκριμένα:
Το μέγιστο ποσό της επιδότησης έχει ως εξής: για τον αιτούντα 70 €/μήνα, για κάθε επιπλέον μέλος του νοικοκυριού προσαύξηση κατά 35 €/μήνα, για μονογονεϊκή οικογένεια επιπλέον προσαύξηση 35 €/μήνα, για νοικοκυριά με απροστάτευτο τέκνο προσαύξηση για κάθε απροστάτευτο τέκνο 35 €/μήνα, ως ανώτατο όριο του επιδόματος στέγασης ορίζονται τα 210 €/μήνα, ανεξαρτήτως σύνθεσης νοικοκυριού (άρθρο 28 παρ. 4).
Οι προϋποθέσεις- κριτήρια επιδότησης πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά στο πρόσωπο του οφειλέτη και είναι:
- έχει εμπράγματο δικαίωμα, αποκλειστικής ή κατ’ ιδανικό μερίδιο, κυριότητας, πλήρους ή ψιλής ή επικαρπίας σε ακίνητο που αποτελεί την κύρια κατοικία του και βρίσκεται στην Ελλάδα
- για εμπράγματη εξασφάλιση της οφειλής έχει εγγραφεί, πριν την υποβολή της αίτησης, υποθήκη ή προσημείωση υποθήκης σε ακίνητο που χρησιμοποιείται, ως κύρια κατοικία του οφειλέτη,
- το σύνολο των οφειλών του προς χρηματοδοτικούς φορείς, Δημόσιο και ΦΚΑ είναι τουλάχιστον 20.000 €,
- το υπόλοιπο της οφειλής από το δάνειο που εξασφαλίζεται με την κύρια κατοικία του οφειλέτη δεν υπερβαίνει το ποσό των 135.000 € προκειμένου για μονοπρόσωπο νοικοκυριό, το οποίο προσαυξάνεται κατά 20.000 € για κάθε επιπλέον μέλος, έως του ανώτατου ποσού των 215.000 €, ανά πιστωτή,
- το δάνειο δεν έχει καταγγελθεί σε χρονικό διάστημα πέραν του 1 έτους από την υποβολή της αίτησης (άρθρο 28 παρ. 2).
13) Αν οφειλέτης είχε ασκήσει αίτηση στα πλαίσια του Ν.3869/10 (υπερχρεωμένα) ή καταθέσει αίτηση στα πλαίσια του Εξωδικαστικού Μηχανισμού (Ν. 4605/2019) ή στην πλατφόρμα Προστασίας Κύριας κατοικίας (Ν. 4469/2017), πρέπει να παραιτηθεί από αυτές, για να δύναται να υποβάλει αίτηση στον εξωδικαστικό μηχανισμός ρύθμισης οφειλών.
β) Πτώχευση- αρμοδιότητα Πολυμελούς Πρωτοδικείου
(άρθρα 75- 211)
Η πτωχευτική διαδικασία των άρθρων 75 έως 211 αφορά όλες τις πτωχεύσεις, με εξαίρεση τις πτωχεύσεις μικρού αντικειμένου που προβλέπονται στα άρθρα 172 έως 188 (άρθρο 78 παρ. 1). Ούτως με τα σημερινά δεδομένα φυσικά ή νομικά πρόσωπα με καθαρό ύψος κύκλου εργασιών (τζίρο) άνω των 700.000 € και σύνολο ενεργητικού (περιουσιακά στοιχεία) μεγαλύτερο των 350.000 € υποβάλουν την αίτηση πτώχευσης: α) από την 1η Μαρτίου στο δικαστήριο και β) από την 1η Ιουνίου και μετά μόνο μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας.
Οι εν λόγω λοιπόν διατάξεις είναι ιδιαίτερα υποστηρικτικές για πρόσωπα και επιχειρήσεις που έχουν εξαιρετικά υψηλά χρέη (άνω του 1.000.000 €), ακόμη και αν έχουν ακίνητη περιουσία καθώς τα χρέη αυτά, στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, είναι αδύνατο να καλυφθούν από τους δανειολήπτες. Με το προϋπάρχον νομοθετικό πλαίσιο μετά τους επιγενόμενους πλειστηριασμούς θα εξακολουθούσαν να οφείλουν, ενώ πλέον θα διαγράφονται τα χρέη, μετά από 1 έτος. Όσοι δε δεν έχουν ακίνητη περιουσία, μετά από καταβολές 3 ετών, θα διαγράφονται τα χρέη τους.
Η πτώχευση αποσκοπεί στην συλλογική ικανοποίηση των πιστωτών του οφειλέτη με τη ρευστοποίηση του συνόλου της περιουσίας του ή επιμέρους λειτουργικών συνόλων αυτής ή των κατ’ ιδίαν περιουσιακών του στοιχείων και στην επιστροφή των παραγωγικών μέσων σε δυνητικά παραγωγικές χρήσεις το συντομότερο δυνατό (άρθρο 75).
Βασικότερα σημεία επιγραμματικά:
1) Αντικειμενικές προϋποθέσεις πτώχευσης: Σε πτώχευση κηρύσσεται οφειλέτης (φυσικό πρόσωπο, νομικό πρόσωπο που επιδιώκει οικονομικό σκοπό) που βρίσκεται σε παύση πληρωμών, δηλαδή αδυνατεί να εκπληρώνει τις ληξιπρόθεσμες χρηματικές υποχρεώσεις του με τρόπο γενικό και μόνιμο (άρθρο 77 παρ. 1). οφείλει να καταθέσει αίτηση πτώχευσης το αργότερο εντός 30 ημερών (άρθρο 79 παρ. 5) από την συνδρομή των αντικειμενικών προϋποθέσεων του άρθρου 77 παρ. 1, στο αρμόδιο Πτωχευτικό Δικαστήριο.
2) Τεκμαίρεται ότι ο οφειλέτης βρίσκεται σε παύση πληρωμών, όταν: α) δεν καταβάλλει για χρονικό διάστημα 6 μηνών τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του προς Δημόσιο, ΦΚΑ, χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, β) σε ύψος τουλάχιστον 40% των συνολικών ληξιπρόθεσμων οφειλών του και γ) εφόσον η μη εξυπηρετούμενη υποχρέωσή του υπερβαίνει το ποσόν των 30.000 € (άρθρο 77 παρ. 2).
3) Επαπειλούμενη αδυναμία εκπλήρωσης των οφειλών αποτελεί λόγο κήρυξης της πτώχευσης, όταν την κήρυξη την ζητά ο οφειλέτης (άρθρο 77 παρ. 3)
4) Πτώχευση κηρύσσεται εφόσον, με βάση τα οικονομικά στοιχεία που τίθενται υπόψη του δικαστηρίου, πιθανολογείται ότι η περιουσία ή το εισόδημα του οφειλέτη επαρκούν για την κάλυψη των εξόδων της διαδικασίας. Άλλως το δικαστήριο διατάζει την καταχώρηση του οφειλέτη στο Ηλεκτρονικό Μητρώο Αφερεγγυότητας του άρθρου 213 (άρθρο 77 παρ. 4)
5) Αρμόδιο Πτωχευτικό Δικαστήριο (με εξαίρεση τις πτωχεύσεις μικρού αντικειμένου) είναι το Πολυμελές Πρωτοδικείο (άρθρο 78 παρ. 1), στην περιφέρει του οποίου ο οφειλέτης έχει το κέντρο των κύριων συμφερόντων του, δηλαδή ο τόπος όπου ασκεί συνήθως τη διοίκηση των συμφερόντων του και συνεπώς είναι αναγνωρίσιμος από τους τρίτους, συνεπώς: α) για τα νομικά πρόσωπα είναι η καταστατική τους έδρα και β) για το φυσικά πρόσωπα χωρίς εμπορική ιδιότητα η κύρια κατοικία τους (άρθρο 78 παρ. 3).
Η υπόθεση εκδικάζεται κατά την Εκούσια Δικαιοδοσία των άρθρων 739 επ. ΚΠλοΔ (άρθρο 78 παρ. 4 σε συνδυασμό με άρθρο 130 παρ. 1).
6) Πτώχευση κηρύσσεται μετά από αίτηση (άρθρο 79):
α) ενός ή περισσοτέρων πιστωτών του οφειλέτη που εκπροσωπούν τουλάχιστον το 30% του συνόλου των απαιτήσεων σε βάρος του οφειλέτη, στους οποίους περιλαμβάνονται ενέγγυοι πιστωτές που εκπροσωπούν τουλάχιστον το 20% των ενέγγυων και εφόσον πρόκειται για επιχείρηση και δεν είναι πτώχευση μικρού αντικειμένου, μπορεί να περιέχει αίτημα για εκποίηση του συνόλου του ενεργητικού της επιχείρησης ή των επιμέρους λειτουργικών συνόλων αυτή με τη διαδικασία των άρθρων 157 επ. (ρευστοποίηση του ενεργητικού και διανομή στους πιστωτές). Ο υπολογισμός του ποσοστού των αιτούντων πιστωτών γίνεται με βάση την κατάσταση πιστωτών που συντάσσεται από Λογιστή Φοροτεχνικό Α΄ ή Β΄ τάξεως του ν. 2515/97 ή ορκωτό λογιστή (παρ. 2),
β) του Εισαγγελέα Πρωτοδικών, εφόσον δικαιολογείται από λόγους δημόσιου συμφέροντος.
(στις άνω δύο περιπτώσεις ο οφειλέτης κλητεύεται τουλάχιστον 15 ημέρες, πριν από την ορισθείσα δικάσιμο, άρθρο 78 παρ. 5)
γ) του οφειλέτη ο οποίος υποχρεούται να καταθέσει αίτηση πτώχευσης, χωρίς υπαίτια βραδύτητα, πάντως το αργότερο εντός 30 ημερών από την συνδρομή των αντικειμενικών προϋποθέσεων του άρθρου 77 παρ. 1 (άρθρο 79 παρ. 5).
7) Ο οφειλέτης με την αίτησή του υποχρεούται, επί ποινή απαραδέκτου, να καταθέσει τα απαιτούμενα έγγραφα. Εφόσον η αίτηση γίνεται ηλεκτρονικά, μέσω του Ηλεκτρονικού Μητρώου Φερεγγυότητας, τα έγγραφα μπορούν να υποβάλλονται σε ηλεκτρονική μορφή (άρθρο 79 παρ. 6). Επίσης επί ποινή απαραδέκτου στην αίτησή του επισυνάπτεται σε πρωτότυπο γραμμάτιο κατάθεσης του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων, ποσού 500 €, για τα πρώτα έξοδα της πτώχευσης (άρθρο 79 παρ.8).
8) Μετά την υποβολή της αίτησης κήρυξης της πτώχευσης του οφειλέτη, δύναται όποιος έχει έννομο συμφέρον να υποβάλει ενώπιον του Προέδρου του Πτωχευτικού Δικαστηρίου αίτηση, κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, ώστε να διαταχθεί κάθε αναγκαίο μέτρο (προληπτικά μέτρα), για να αποτραπεί κάθε επιζήμια για τους πιστωτές μεταβολή της περιουσίας του οφειλέτη, ή μείωση της αξίας της, μέχρι να δημοσιευθεί στο Ηλεκτρονικό Μητρώο Αφερεγγυότητας η απόφαση επί της αίτησης για κήρυξη της πτώχευσης (άρθρο 86 παρ. 1,2,3,4,5)
9) Με την απόφαση που κηρύσσει την πτώχευση, το Πτωχευτικό Δικαστήριο διορίζει εισηγητή δικαστή και σύνδικο της πτώχευσης (άρθρο 81) και διατάσσει την σφράγιση της πτωχευτικής περιουσίας (άρθρο 87).
10) Τι περιλαμβάνει η πτωχευτική περιουσία (άρθρο 92):
α) το σύνολο της περιουσίας που ανήκει στον οφειλέτη, κατά την κήρυξη της πτώχευσης, οπουδήποτε και αν βρίσκεται (παρ. 1).
β) Σε περίπτωση οφειλέτη φυσικού προσώπου, από την κήρυξη της πτώχευσης μέχρι την απαλλαγή του οφειλέτη, στην πτωχευτική περιουσία ανήκει το μέρος του ετήσιου εισοδήματός του, αφαιρουμένων των φόρων και των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης που υπερβαίνει το ποσό των ετήσιων εύλογων δαπανών διαβίωσης ή του δωδεκαπλάσιου του ακατάσχετου, σύμφωνα με την παρ. 5, όποιο είναι υψηλότερο εκ των δύο (παρ. 2).
(Σύμφωνα με … ΥΑ του Υπουργού Οικονομικών προβλέπεται οριζόντιο ακατάσχετο στους τραπεζικούς λογαριασμούς- ανεξαρτήτως εάν πρόκειται για ατομικό ή κοινό- 1.250 €/μήνα, ενώ οι εύλογες δαπάνες διαβίωσης, όπως καθορίζονται από την ΕΛΣΤΑΤ, ανέρχονται για ένα νοικοκυριό με έναν ενήλικα σε 537 €/μήνα, με δύο ενήλικες σε 906 €/μήνα, με δύο ενήλικες και ένα τέκνο σε 1.126 €/μήνα, με δύο ενήλικες και δύο τέκνα σε 1.347 €/μήνα και τέλος με δύο ενήλικες, δύο τέκνα και έναν επιπλέον εξαρτώμενο ενήλικα σε 1.555 €/μήνα. Συνεπώς στην πλειονότητα των μέσων νοικοκυριών στην χώρα οι εύλογες δαπάνες διαβίωσης είναι εφάμιλλες ή ξεπερνούν το ακατάσχετο των 1.250 €)
γ) Τα ετήσια εισοδήματα του οφειλέτη εξαιρούνται της πτωχευτικής περιουσίας ανεξαρτήτως ύψους, όταν, έπειτα από αίτησή του, το πτωχευτικό δικαστήριο διαπιστώσει ότι η πτωχευτική περιουσία περιλαμβάνει την κύρια κατοικία του οφειλέτη ή/και άλλα πάγια περιουσιακά του στοιχεία που θα ρευστοποιηθούν και υπερβαίνουν σε αξία το 10% των συνολικών υποχρεώσεων και η ελάχιστη αξία τους δεν υπολείπεται των 100.000 €, εξαιρουμένων όσων έχουν αποκτηθεί στη διάρκεια των 12 μηνών που προηγούνται της υποβολής της αίτησης πτώχευσης (παρ. 3). Στην περίπτωση αυτή ο οφειλέτης- φυσικό πρόσωπο απαλλάσσεται πλήρως από κάθε οφειλή προς τους πτωχευτικούς πιστωτές του, ανεξαρτήτως αν έχουν αναγγελθεί ή όχι, σε 1 έτος (άρθρο 192 παρ. 1 και 2).
δ) Σε περίπτωση που τα ετήσια εισοδήματα του οφειλέτη υπερβαίνουν το πενταπλάσιο των ευλόγων δαπανών διαβίωσης, το υπερβάλλον ποσό ανήκει στην πτωχευτική περιουσία (παρ. 3).
ε) Δεν ανήκουν στην πτωχευτική περιουσία, τα κατά το κοινό δικονομικό δίκαιο ή άλλες διατάξεις, ακατάσχετα ή εξαιρούμενα με ειδικές διατάξεις νόμων περιουσιακά στοιχεία και εισοδήματα του οφειλέτη (παρ. 5).
ε) Μεταξύ συζύγων εάν ισχύει το σύστημα κοινοκτημοσύνης, η κοινή περιουσία καταλαμβάνεται από την πτωχευτική απαλλοτρίωση, σύμφωνα με το άρθρο 93, ως χωριστή περιουσία και από αυτήν ικανοποιούνται οι απαιτήσεις που προβλέπονται στα άρθρα 1408-1409 ΑΚ (έκταση υπεγγυότητας της κοινής περιουσίας), υπό τις προϋποθέσεις των διατάξεων αυτών (παρ. 7).
στ) Στην πτωχευτική περιουσία δεν περιλαμβάνεται αυτή που αποκτά ο οφειλέτης μετά την κήρυξη της πτώχευσης- με την επιφύλαξη της παρ. 2 (παρ. 8).
11) Προβλέπεται πτωχευτική ανακοπή, εντός 30 ημερών από την δημοσίευση της απόφασης που κηρύσσει την πτώχευση καθώς και αναστολή εκτέλεσης. Ασκείται από οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον, οφειλέτη ή οποιονδήποτε τρίτο, ενώπιον του Δικαστηρίου που εξέδωσε την απόφαση (άρθρο 82).
12) Ο σύνδικος της πτώχευσης, υποχρεούται να προχωρήσει στη σφράγιση της περιουσίας του οφειλέτη εντός 24 ωρών. Εξαιρείται της σφράγισης, η κατοικία του οφειλέτη και της οικογένειάς του, καθώς και κινητά πράγματα που σύμφωνα με τις προβλέψεις του ΚΠολΔ είναι ακατάσχετα. Μέσα σε προθεσμία έξι μηνών, ο οφειλέτης οφείλει να αποδώσει την κατοχή της κατοικίας του (άρθρο 87).
13) Ο οφειλέτης- φυσικό πρόσωπο από την κήρυξη της πτώχευσης δεν στερείται της άδειας ασκήσεως επαγγέλματος (άρθρο 91).
14) Από την κήρυξη της πτώχευσης οι απαιτήσεις των πιστωτών παύουν να παράγουν νόμιμους ή συμβατικούς τόκους και προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής. Η παύση της τοκογονίας δεν ισχύει για τους συνοφειλέτες και τους εγγυητές (άρθρο 99).
15) Με την κήρυξη της πτώχευσης αναστέλλονται αυτοδικαίως όλα τα ατομικά καταδιωκτικά μέτρα των πτωχευτικών πιστωτών κατά του οφειλέτη (άρθρο 100), με εξαίρεση τους ενέγγυους πιστωτές για διάστημα 9 μηνών από την κήρυξη της πτώχευσης (άρθρο 101 παρ. 3).
16) Η κήρυξη της πτώχευσης προκαλεί αυτόματη και αζήμια λύση όλων των εκκρεμών και διαρκών συμβάσεων του οφειλέτη την 60η ημέρα από την κήρυξή της, εκτός αν ο σύνδικος δηλώσει εγγράφως προς τον αντισυμβαλλόμενο του οφειλέτη πριν την παρέλευση της προθεσμίας αυτής, ότι επιθυμεί την άμεση λύση ή την συνέχισή τους εφόσον εξυπηρετούν την ομαλή εξέλιξη των εργασιών της πτώχευσης ή την ρευστοποίηση στοιχείων του ενεργητικού (άρθρο 103 παρ. 1). Ως προς τις συμβάσεις εργασίας, εντός της προηγούμενης προστασίας, ο σύνδικος μπορεί να αιτηθεί τη συνέχιση μέσω κατάρτισης νέων συμβάσεων με τους εργαζομένους με τους ίδιους όρους που ίσχυαν πριν την κήρυξη (άρθρο 103 παρ.2)
17) Για το κύρος καταγγελίας της σύμβασης εργασίας δεν απαιτείται καταβολή αποζημίωσης. Οι απαιτήσεις των μισθωτών από μισθούς και λοιπές παροχές, που γεννήθηκαν πριν την κήρυξη της πτώχευσης καθώς και κάθε συναρτώμενη με την καταγγελία απαίτησή τους (όπως αποζημίωση), αποτελούν πτωχευτικές απαιτήσεις και οι μισθωτοί ικανοποιούνται ως πτωχευτικοί πιστωτές. Μισθωτός που συνεχίζει να παρέχει την εργασία του μετά την κήρυξη της πτώχευσης ικανοποιείται, ως ομαδικός πιστωτής (άρθρο 109 παρ. 1).
18) Ύποπτη περίοδος είναι το διάστημα εντός του οποίου ανακαλούνται πράξεις του οφειλέτη, επιζήμιες για τους πιστωτές και εκτείνεται από την παύση των πληρωμών μέχρι την κήρυξη της πτώχευσης. Ειδικά δε, για δωρεές και πληρωμές μη ληξιπρόθεσμων χρεών, η ύποπτη περίοδος επεκτείνεται σε ένα εξάμηνο πριν από την αίτηση πτώχευσης έως και μέχρι την κήρυξη της πτώχευσης. Οι πιστωτές δηλαδή, έχουν αξίωση ανάκλησης των πράξεων αυτών. Η ανακλητική αξίωση παραγράφεται μετά από ένα (1) έτος από την ημέρα που ο σύνδικος ή ο πιστωτής έλαβε γνώση της πράξης και σε κάθε περίπτωση μετά παρέλευση δύο (2) ετών από την κήρυξη της πτώχευσης.
19) Τα μέλη του οργάνου διοίκησης των νομικών προσώπων (ΑΕ, ΕΠΕ,ΙΚΕ, ΝΕ) σε περίπτωση καθυστέρησης υποβολής αίτησης πτώχευσης του νομικού προσώπου ευθύνονται εις ολόκληρον για την αποκατάσταση της ζημίας των εταιρικών πιστωτών. Οι αξιώσεις των τελευταίων παραγράφονται με την πάροδο τριών (3) ετών από τότε που γεννήθηκε η αξίωση και είναι δυνατή η δικαστική επιδίωξή της, σε περίπτωση δε που πρόκειται για ζημία από δόλο, η παραγραφή είναι δεκαετής (άρθρο 127).
20) Οι υποθέσεις ενώπιον του πτωχευτικού δικαστηρίου προσδιορίζονται εντός είκοσι (20) ημερών και οι αποφάσεις του υπόκεινται σε ανακοπή ερημοδικίας, έφεση και αναίρεση.
21) Διαδικασία μετά την έκδοση απόφασης πτώχευσης- επιγραμματικά:
α) Ο σύνδικος επαληθεύει τις απαιτήσεις των πιστωτών που έχουν αναγγελθεί, εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών από τη λήξη της προθεσμίας αναγγελίας.
β) Μετά την ολοκλήρωση της απογραφής της πτωχευτικής περιουσίας, ο σύνδικος προβαίνει αμελλητί στη ρευστοποίηση του ενεργητικού της περιουσίας του οφειλέτη και εν συνεχεία στην διανομή του προϊόντος της ρευστοποίησης στους πιστωτές.
γ) Για την εκποίηση της περιουσίας ακολουθείται η διαδικασία του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού. Ο ηλεκτρονικός πλειστηριασμός πραγματοποιείται μέσα σε 20 έως κατά το μέγιστο 40 εργάσιμες ημέρες από τη δημοσιοποίηση της πρόσκλησης (άρθρα 163 έως 169).
δ) Εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών από τη λήξη της διαδικασίας, ο σύνδικος συντάσσει έκθεση με τον πλειοδότη. Μέσα σε ένα (1) μήνα από τον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό, συνέρχεται η συνέλευση των πιστωτών η οποία εγκρίνει ή απορρίπτει τη συναλλαγή.
ε) Μετά την πάροδο δέκα οκτώ (18) μηνών από την κήρυξη της πτώχευσης και εφόσον δεν εκκρεμεί πλειοδοτική διαδικασία για την εκποίηση του συνόλου ή μέρους των περιουσιακών στοιχείων της επιχείρησης, ο σύνδικος προχωρά στην εκποίηση των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη. Το χρονικό διάστημα των δέκα οκτώ μηνών, μπορεί να παραταθεί με απόφαση της πλειοψηφίας της συνέλευσης των πιστωτών.
στ) Κατά του πίνακα κατάταξης που συντάσσει ο σύνδικος, δύνανται να ασκήσουν ανακοπή ο οφειλέτης, καθώς και οι αναγγελθέντες πιστωτές, εντός προθεσμίας δέκα (10) ημερών, από τη δημοσιοποίηση του πίνακα κατάταξης.
22) Παύση των εργασιών της πτώχευσης επέρχεται αυτοδικαίως και χωρίς άλλη διατύπωση, σε κάθε περίπτωση μετά την παρέλευση πέντε (5) ετών από την κήρυξη της πτώχευσης. Αν εκκρεμεί ανακοπή κατά του πίνακα διανομής ή με απόφαση της συνέλευσης πιστωτών, μπορεί να δοθεί παράταση της διαδικασίας έως και 2 έτη. Σε κάθε περίπτωση, το πτωχευτικό δικαστήριο μπορεί να παρατείνει την πτωχευτική διαδικασία άπαξ, μέχρι δύο έτη (άρθρο 191).
23) Απαλλαγή του οφειλέτη (άρθρο 192 επ). Αναπόσπαστα συνδεδεμένη με την πτώχευση είναι η απαλλαγή του οφειλέτη από τις οφειλές του, στο πνεύμα της ευρωπαϊκής οδηγίας 2019/1023 και ως εκ τούτου:
α) Ο οφειλέτης – φυσικό πρόσωπο, απαλλάσσεται πλήρως από κάθε οφειλή προς τους πτωχευτικούς πιστωτές, ανεξάρτητα του αν έχουν αναγγελθεί ή όχι, σε τριάντα έξι (36) μήνες από την κήρυξη της πτώχευσης ή την καταχώρηση της παρ. 4 του άρθρου 77 (σε περίπτωση καταχώρησης του ονόματος ή επωνυμίας του οφειλέτη στο Ηλεκτρονικό Μητρώο Φερεγγυότητας δεδομένου, ότι το δικαστήριο πιθανολόγησε ότι ή περιουσία ή το εισόδημα του οφειλέτη δεν επαρκούν για την κάλυψη της πτωχευτικής διαδικασίας) (παρ. 1). Δηλαδή αφορά οφειλέτες που δεν διαθέτουν περιουσία και καταβάλουν το υπόλοιπο του εισοδήματός τους, που περισσεύει, μετά την κάλυψη των εύλογων δαπανών διαβίωσης.
β) Ο οφειλέτης (του άρθρου 92 παρ. 3) που η πτωχευτική περιουσία περιλαμβάνει την κύρια κατοικία ή/και περιουσιακά του στοιχεία που υπερβαίνουν το 10% της συνολικής οφειλής και η ελάχιστη αξία τους δεν υπολείπεται των 100.000 €, απαλλάσσεται πλήρως από κάθε οφειλή προς τους πτωχευτικούς πιστωτές, ανεξάρτητα του αν έχουν αναγγελθεί ή όχι σε ένα (1) έτος (παρ. 2)
24) Απαλλαγή των μελών διοίκησης νομικού προσώπου (άρθρο 195):
Το φυσικό πρόσωπο, που εκ του νόμου έχει αλληλέγγυα ευθύνη λόγω της ιδιότητας του εκπροσώπου ή διοικούντος το νομικό πρόσωπο- οφειλέτη, απαλλάσσεται της ευθύνης του για τις οφειλές της επιχείρησης μετά την πάροδο τριάντα έξι (36) μηνών από την αίτηση πτώχευσης ή είκοσι τεσσάρων (24) μηνών από την κήρυξη της πτώχευσης, όποιο από τα δύο προηγηθεί χρονικά, εκτός αν εντός της παραπάνω προθεσμίας υποβληθεί προσφυγή, οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον κατά της απαλλαγής.
25) Εγγυητές και συνοφειλέτες: Μετά την πτώχευση ή και την απαλλαγή του οφειλέτη, οι εγγυητές και συνοφειλέτες εξακολουθούν να ευθύνονται έναντι των πιστωτών, αν δεν έχει καλυφθεί ολόκληρη η απαίτηση τους.
26) Χρήση Ηλεκτρονικών Μέσων (άρθρο 212)
Οι διαδικασίες του νόμου υποβοηθούνται από ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας και ανταλλαγής δεδομένων, που είναι: α) το Ηλεκτρονικό Μητρώο Φερεγγυότητας, β) η Ηλεκτρονική Πλατφόρμα Εξωδικαστικής Ρύθμισης οφειλών του άρθρου 29 και γ) το Ολοκληρωμένο Σύστημα Διαχείρισης δικαστικών Υποθέσεων Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης (ΟΣΔΔΥ-ΠΠ)
γ) Πτωχεύσεις Μικρού Αντικειμένου- αρμοδιότητα Ειρηνοδικείου
(άρθρα 172- 188)
Οι Πτωχεύσεις Μικρού Αντικειμένου (συντομογραφικά ΠΜΑ) ορίζονται αυτές στις οποίες ο οφειλέτης ικανοποιεί ένα από τα κριτήρια προσδιορισμού της πολύ μικρής οντότητας του άρθρο 2 του Ν. 4308/2014 δηλαδή:
1) επιχειρήσεις οι οποίες κατά την ημερομηνία ισολογισμού τους δεν υπερβαίνουν τα όρια δύο τουλάχιστον από τα τρία κριτήρια:
α) Σύνολο ενεργητικού (περιουσιακών στοιχείων):350.000 €,
β) Καθαρό ύψος κύκλου εργασιών: 700.000 € και
γ) Μέσος όρος απασχολουμένων κατά τη διάρκεια της περιόδου: 10 άτομα (άρθρο 78 παρ. 2) και 2).
Ειδικά οι οντότητες της παραγράφου (γ) εντάσσονται στην κατηγορία των πολύ μικρών οντοτήτων, με μόνη προϋπόθεση, ότι ο κύκλος εργασιών τους δεν υπερβαίνει το ποσό του 1.500.000 € και
2) φυσικά πρόσωπα στα οποία το κριτήριο που αφορά το ενεργητικό (περιουσιακά στοιχεία 350.000 €) εφαρμόζεται στην περιουσία του προσώπου. Ως προς την ακίνητη περιουσία του προσώπου η αξία αυτής προκύπτει, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 11- ΕΝΦΙΑ (άρθρο 78 παρ. 2).
Βασικά σημεία επιγραμματικά:
1) Στις ΠΜΑ εφαρμόζεται η απλοποιημένη διαδικασία (άρθρο 172).
2) Αρμόδιο Πτωχευτικό Δικαστήριο είναι το Ειρηνοδικείο, στην περιφέρεια του οποίου ο οφειλέτης έχει την κύρια κατοικία του, εφόσον δεν ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα ή το κέντρο των κύριων συμφερόντων του, όπως ορίζεται στην παρ. 3 του άρθρου 78 (άρθρο 172 παρ. 2).
3) Υποβάλλεται ηλεκτρονικά από 1η Ιουνίου, μέσω του Ηλεκτρονικού Μητρώου Φερεγγυότητας, στο οποίο δημοσιοποιείται για 30 ημέρες. Αν στο διάστημα αυτό δεν υποβληθεί παρέμβαση κατά της αίτησης ή υποβληθεί παρέμβαση που αφορά μόνο τον διορισμό συνδίκου, η αίτηση γίνεται δεκτή από το πτωχευτικό δικαστήριο με μόνη τη διαπίστωση παρέλευσης του άνω χρονικού διαστήματος. Μετά ορίζεται εισηγητής και διορίζεται σύνδικος (άρθρο 173 παρ. 1).
3) Για τις ΠΜΑ, για τις οποίες υποβάλει αίτηση ο οφειλέτης επισυνάπτεται, με ποινή απαραδέκτου αυτής, γραμμάτιο του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων, ποσού 250 €, για την αντιμετώπιση των πρώτων εξόδων της πτώχευσης, εκτός αν συντρέχει η περίπτωση της παρ. 1 του άρθρου 178 (ανεπάρκεια μη βεβαρημένων στοιχείων της περιουσίας του οφειλέτη). Σε περίπτωση απόρριψης της αίτησης ή παραίτησης από το δικόγραφο, επιστρέφεται το ποσό στον οφειλέτη (άρθρο 173 παρ. 2).
4) Ο οφειλέτης με την αίτησή του υποχρεούται να καταθέσει, με ποινή απαραδέκτου, τις οικονομικές του καταστάσεις, εφόσον υπάρχουν για την τελευταία χρήση, για την οποία είναι διαθέσιμες. Σε περίπτωση αίτησης φυσικού ή νομικού προσώπου που δεν δημοσιεύει χρηματοοικονομικές καταστάσεις , με την αίτηση κατατίθεται επί ποινή απαραδέκτου η τελευταία ΔΦΕ, η δήλωση στοιχείων ακινήτων και λοιπά έγγραφα (άρθρο 174 παρ. 1 και 2), που υποβάλλονται σε ηλεκτρονικό αντίγραφο.
5) Τεκμαίρεται ότι ο οφειλέτης βρίσκεται σε παύση πληρωμών, όταν δεν καταβάλλει: α) τις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις του προς το Δημόσιο, ΦΚΑ ή πιστωτικά/χρηματοδοτικά ιδρύματα, β) σε ύψος τουλάχιστον 60% των συνολικών ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του, γ) για περίοδο τουλάχιστον έξι 6 μηνών και εφόσον δ) η μη εξυπηρετούμενη υποχρέωση του υπερβαίνει το ποσό των 30.000 € (άρθρο 176 παρ. 1).
6) Ανεπάρκεια των μη βεβαρημένων στοιχείων της περιουσίας του οφειλέτη, για κάλυψη εξόδων διαδικασίας και ετήσια εισοδήματα του οφειλέτη, πέραν των ευλόγων δαπανών διαβίωσης που δεν υπερβαίνουν τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης της παρ. 5 του άρθρου 92, οδηγούν στην καταχώρηση του οφειλέτη στο Ηλεκτρονικό Μητρώο Φερεγγυότητας του άρθρου 213 και δεν κηρύσσεται πτώχευση (επέρχονται οι συνέπειες της καταχώρησης της παρ. 4 του άρθρου 77) (άρθρο 178).
7) Διάρκεια διαδικασίας: Αν ασκηθεί παρέμβαση κατά της αίτησης, πρέπει μέσα σε προθεσμία εξήντα (60) ημερών από την κατάθεση της αίτησης, τα διάδικα μέρη να καταθέσουν προτάσεις και αποδεικτικά έγγραφα των ισχυρισμών τους. Μετά την παρέλευση της προθεσμίας των 60 ημερών, παρέχεται προθεσμία 5 εργασίμων ημερών για κατάθεση προσθήκης- αντίκρουσης. Μετά την παρέλευση και της ανωτέρω προθεσμίας, το Δικαστήριο εκδίδει απόφαση εντός προθεσμίας 2 μηνών.
8) Διαδικασία της πτώχευσης: Αν γίνει δεκτή η αίτηση πτώχευσης, ο εισηγητής διατάσσει τη σφράγιση της πτωχευτικής περιουσίας. Ακολουθεί η αναγγελία των απαιτήσεων των πιστωτών, εντός των προθεσμιών που ορίζονται ανωτέρω, καθώς και δικαίωμα ανακοπής κατά του πίνακα κατάταξης επί των οποίων αποφαίνεται αιτιολογημένα ο εισηγητής. Κατά της πράξης του εισηγητή επιτρέπεται προσφυγή εντός 10 ημερών, ενώπιον του Πτωχευτικού Δικαστηρίου, που αποφαίνεται αμετάκλητα (άρθρα 179, 181).
9) Οι αποφάσεις του Πτωχευτικού Δικαστηρίου υπόκεινται μόνο σε έφεση (άρθρο 187).
10) Η πτωχευτική διαδικασία περατώνεται με την παρέλευση ενός (1) έτους από την κήρυξη της πτώχευσης, εκτός αν ο σύνδικος υποβάλει έκθεση, στην οποία εξηγεί τους λόγους της καθυστέρησης. Σε περίπτωση που η καθυστέρηση κρίνεται από τον εισηγητή αδικαιολόγητη, ο εισηγητής αντικαθιστά τον σύνδικο με πράξη του (άρθρο 188).
δ) Ρυθμίσεις για ευάλωτους οφειλέτες
(άρθρα 217- 224)
Ευάλωτος οφειλέτης, είναι εκείνος που πληροί σωρευτικά τα εισοδηματικά, περιουσιακά και λοιπά κριτήρια του άρθρου 3 του Ν.4472/2017 δηλαδή, ο δικαιούχος επιδόματος στέγασης, που σύμφωνα με τα ισχύοντα σήμερα κριτήρια προϋποθέτουν:
- συνολικό ετήσιο εισόδημα 7.000 €, προσαυξανόμενο κατά 3.500 € για κάθε επιπλέον μέλος, με ανώτατο όριο τα 21.000 €,
- συνολική φορολογητέα αξία ακίνητης περιουσίας -βάσει του τελευταίου εκκαθαριστικού ΕΝΦΙΑ- 120.000 €, προσαυξανόμενο κατά 15.000 € για κάθε επιπλέον μέλος, με ανώτατο όριο τα 180.000 €,
- σύνολο τραπεζικών καταθέσεων 7.000 €, προσαυξανόμενο κατά 3.500 € για κάθε επιπλέον μέλος, με ανώτατο όριο τα 21.000 €.
Βασικότερα σημεία, επιγραμματικά:
1) Ο Φορέας Απόκτησης και Επαναμίσθωσης (στο εξής ΦΑΕ) αναλαμβάνει την υποχρέωση απόκτησης κύριας κατοικίας ευάλωτου οφειλέτη, τη μίσθωσή του σε αυτόν και την μεταγενέστερη μεταβίβασή της σε αυτόν, υπό τις προϋποθέσεις των άρθρων 219, 220 και 222.
Ρυθμίζεται δηλαδή η δυνατότητα να εκχωρηθεί η κύρια κατοικία του ευάλωτου οφειλέτη σε φορείς-νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, οι οποίοι αναλαμβάνουν την απόκτησή της, τη μίσθωσή της σε αυτόν και τέλος την πώλησή της σε αυτόν.
2) Ευάλωτος οφειλέτης που κηρυχθεί σε πτώχευση, μπορεί να υποβάλει αίτηση μεταβίβασης ή μίσθωσης της κύριας κατοικίας του σε ΦΑΕ. Στην περίπτωση αυτή το τίμημα αποδίδεται από τον ΦΑΕ στον σύνδικο, για τη διανομή στους πιστωτές (άρθρο 219 παρ. 1 α, β). Η προθεσμία είναι 60 ημέρες από την δημοσίευση της απόφασης που κηρύσσει τον ευάλωτο σε πτώχευση στο Ηλεκτρονικό Μητρώο Φερεγγυότητας (παρ. 4β)
3) Ευάλωτος οφειλέτης, στην κύρια κατοικία του οποίου, επισπεύδεται αναγκαστική εκτέλεση από ενυπόθηκο ή προσημειούχο δανειστή, μπορεί να υποβάλει αίτηση μεταβίβασης ή μίσθωσης της κύριας κατοικίας του σε ΦΑΕ. Στην περίπτωση αυτή το τίμημα αποδίδεται από τον ΦΑΕ στον υπάλληλο του πλειστηριασμού (άρθρο 219 παρ. 1 α, γ). Η προθεσμία είναι 60 ημέρες από την ημερομηνία του κατασχετηρίου εγγράφου (παρ. 4β).
4) Σε περίπτωση που η κύρια κατοικία ανήκει στον ευάλωτο οφειλέτη ως προς ιδανικό μερίδιο ή αν ο ευάλωτος οφειλέτης είναι ψιλός κύριος ή επικαρπωτής, η άσκηση του παραπάνω δικαιώματος Προϋποθέτει την σύμπραξη όλων των συνιδιοκτητών, ότι αποδέχονται ρητά την μίσθωση (άρθρο 219 παρ. 2).
5) Διαδικαστικά της αίτησης στο άρθρο 219 παρ. 3, 4, 6.
6) Το τίμημα μεταβίβασης ισούται προς την εμπορική αξία του ιδιοκτησιακού δικαιώματος του οφειλέτη επί της πρώτης κατοικίας, σύμφωνα με την εκτίμηση πιστοποιημένου εκτιμητή (άρθρο 219 παρ. 5).
7) Η διάρκεια της μίσθωσης ορίζεται σε 12 έτη (άρθρο 220 παρ. 1) και προσδιορίζεται με βάση απόδοση κατά την παράγραφο 2.
8) Η μίσθωση δύναται να καταγγελθεί από τον ΦΑΕ σε περίπτωση υπερημερίας του οφειλέτη, ως προς την καταβολή τριών μισθωμάτων, καθώς και στην περίπτωση που κριθεί από το πτωχευτικό δικαστήριο, ότι ο οφειλέτης δεν απαλλάσσεται από τις οφειλές του (άρθρο 221).
9) Για την επαναγορά της κύριας κατοικίας ο ευάλωτος οφειλέτης, πρέπει να καταβάλει προσηκόντως τα μισθώματα, μέχρι τη συμβατική λήξη της μίσθωσης και –επιπρόσθετα- να εξοφλήσει το τίμημα, το οποίο πρέπει να ανταποκρίνεται στην εμπορική αξία του ακινήτου, κατά τον χρόνο άσκησης του δικαιώματος (άρθρο 222).
ε) Έναρξη ισχύος, άρθρο 308.
1) Τίθενται σε ισχύ από 1η Μαρτίου:
- άρθρα 31 έως 171 (εξυγίανση και πτώχευση) και
- άρθρα 189 έως 265 (περάτωση πτώχευσης, ρυθμίσεις για τους ευάλωτους οφειλέτες και διαχειριστές αφερεγγυότητας).
2) Τίθενται σε ισχύ από 1η Μαρτίου:
- άρθρα 1 έως 30 (εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης οφειλών) και
- 172 έως 188 (πτωχεύσεις μικρού αντικειμένου)
Συνεπώς από την 1η Ιουνίου 2021 θα εφαρμοστεί η δεύτερη (συνολική πια) φάση του νέου πτωχευτικού νομού για τα φυσικά πρόσωπα, μικρές και μεγάλες επιχειρήσεις. Δηλαδή σύμφωνα με το νομοσχέδιο του υπουργείου Οικονομικών το οποίο φέρει τον τίτλο «Ρύθμιση οφειλών και παροχή δεύτερης ευκαιρίας» οι οφειλέτες θα έχουν από την 1η Ιουνίου και μετά δύο επιλογές:
- είτε θα μπορούν ρυθμίσουν τα χρέη τους,
- είτε θα επιλέξουν τη διαδικασία της πτώχευσης.